Ένα
από τα μεγαλύτερα μυστήρια της χριστιανικής πίστης είναι η Τριάδα.
Είναι, επίσης, και το πρώτο αντικείμενο ασυνεννοησίας και διχασμού
μεταξύ Χριστιανών και Μουσουλμάνων. Στ’ αυτιά του Μουσουλμάνου φαίνεται
να λέμε ότι πιστεύουμε σε τρεις θεούς, κάτι που είναι όχι μόνο
ακαταλαβίστικο γι αυτόν αλλά και βλάσφημο. Ο Θεός είναι Ένας! Αυτό
άλλωστε διακηρύττει και η ίδια η Παλαιά Διαθήκη που οι Χριστιανοί
αποδέχονται ως θεόπνευστη. Στο Δευτερονόμιο 6:4, ο Μωυσής λέει ξεκάθαρα
«ἄκουε Ισραηλ κύριος ὁ θεὸς ἡμῶν κύριος εἷς ἐστιν». Τόσο σημαντικό ήταν
αυτό το «πιστεύω» για τους Ιουδαίους που κάθε πρωί έπρεπε να το
απαγγέλλουν. Είναι το λεγόμενο Σιεμά, που παίρνει την ονομασία του από την πρώτη εβραϊκή λέξη, την προστακτική «Άκου».
Όταν έλεγε ο Μωυσής αυτά τα λόγια στον Ισραήλ, δεν εξηγούσε κάτι για
τη φύση του Θεού, για την αδιαίρετη υπόστασή Του. Με άλλα λόγια, οι
Ισραηλίτες στις κοιλάδες του Μωάβ δεν αναρωτιόνταν «πόσοι τελικά είναι ο
Κύριος; Πόσα πρόσωπα Τον απαρτίζουν;» Αυτό που ήθελε ο Μωυσής να
καταλάβουν οι Ισραηλίτες ήταν η μοναδικότητα και η αποκλειστικότητα
του Κυρίου. Βγαίνοντας από τον πολυθεϊστικό κόσμο της Αιγύπτου και
εισερχόμενοι στον πολυθεϊστικό κόσμο της Χαναάν, ο Μωυσής θέλει να
αποτυπώσει στον κάθε Ισραηλίτη ότι Ένας είναι ο Κύριος που θα ακολουθείτε, Ένας
είναι ο Θεός και δεν υπάρχει άλλος. Στο Δευτερονόμιο 4:35 τους λέει
κάτι παρόμοιο: «ὥστε εἰδῆσαί σε ὅτι κύριος ὁ θεός σου οὗτος θεός ἐστιν
καὶ οὐκ ἔστιν ἔτι πλὴν αὐτου.» Από τη στιγμή, λοιπόν, που Ένας είναι ο Κύριος, συνεπάγεται ότι όλη η αγάπη και η λατρεία και η προσκύνηση του Ισραηλίτη πρέπει να απευθύνονται σ’ Αυτόν (Δευτ 6:5) και όχι σε είδωλα.
Υπάρχει, όμως, και μια άλλη έννοια της λέξης «ένα/ένας». Εκτός από
την έννοια της μοναδικότητας (π.χ. «Ένας είναι ο Κύριος») υπάρχει και η
έννοια της ενότητας. Όταν ένα ζευγάρι λέει «είμαστε ένα» δεν εννοούν ότι
είναι το μοναδικό ζευγάρι στον κόσμο. Χρησιμοποιούν τη λέξη «ένα» με τη
δεύτερη έννοια, αυτήν της ενότητας. Είναι, δηλαδή, ενωμένοι,
αδιαίρετοι.
Σε μια πρόσφατη διάλεξη στη Σιγκαπούρη, ο καθηγητής Richard Bauckham
εξέτασε την ενότητα του Υιού με τον Πατέρα στο Κατά Ιωάννη ευαγγέλιο. Η
λέξη «ένα» είναι πολύ σημαντική για τον Ιωάννη και χρησιμοποιείται με
διάφορους τρόπους. Σε διάφορα σημεία, ο Ιησούς λέει ότι είναι «ένα» με
τον Πατέρα, όπως π.χ. στο 10:30, και φυσικά κατανοούμε ότι εδώ
χρησιμοποιεί τη λέξη «ένα» με τη δεύτερη έννοια, αυτήν της ενότητας. Στο
άκουσμα «ἐγὼ καὶ ὁ πατὴρ ἕν ἐσμεν» οι Ιουδαίοι σπεύδουν να Τον
λιθοβολήσουν (10:31) γιατί ισχυρίστηκε ότι είναι Θεός (10:33). Με άλλα
λόγια, κατάλαβαν ότι ο Ιησούς δεν εννοούσε απλά ότι είναι σε ενότητα με
τον Θεό, ότι έχει σχέση μαζί Του, ότι βρίσκεται σε διαθήκη μαζί Του ή
κάτι παρόμοιο. Αυτό που κατάλαβαν ήταν ότι εννοούσε κάτι βλάσφημο για τ’
αυτιά τους. Παραβίασε τα όρια της μοναδικότητας του Θεού.
Σ’ αυτό το σημείο ο Bauckham βλέπει την προέκταση του Σιεμά από τον ίδιο τον Ιησού. Ο Πατέρας δεν είναι κανένας άλλος από τον Θεό του Σιεμά,
ο ένας Πατέρας, ο ένας Θεός. Στο 8:41 λένε οι Ιουδαίοι στον Ιησού: «ἕνα
πατέρα ἔχομεν τὸν θεόν». Στη δήλωση, λοιπόν, που έπρεπε να λέει «ο
Πατέρας είναι ένας», ο Ιησούς προσθέτει τον εαυτό Του, το «εγώ» Του:
«ἐγὼ καὶ ὁ πατὴρ ἕν ἐσμεν» και παραπέμπει τον ακροατή σε ένα
αναθεωρημένο Σιεμά!
Τι σημαίνει αυτή η κίνηση του Ιησού; Καταργεί την έννοια που ο Μωυσής
είχε ως πρόθεση στο Δευτερονόμιο 6:4; Καθόλου. Η έννοια του «ένα» ως
μοναδικότητα παραμένει. Ο Κύριος παραμένει ο ένας και μοναδικός Θεός.
Δεν υπάρχει υποστήριξη για το αντίθετο στο ευαγγέλιο. Ο Ιησούς διατηρεί
το πιστεύω ότι ο Θεός του Ισραήλ είναι ο μοναδικός Θεός, ο «εν αρχή»
Θεός. Η προσθήκη, λοιπόν, του ονόματος του Ιησού στο Σιεμά, δεν
προσθέτει άλλη μια θεότητα πλάι στον Κύριο του Ισραήλ, αλλά εξαντλεί τις
ερμηνευτικές δυνατότητες των λόγων του Μωυσή, του «ένα». «Εγώ και ο
Πατέρας είμαστε ένα» σημαίνει ότι μόνο Εμείς είμαστε ο Θεός αλλά
ταυτόχρονα σημαίνει ότι αυτός ο Θεός αποτελείται από την ενότητα της
σχέσης Υιού και Πατέρα. Η λέξη «ένα» ασκεί διπλό ρόλο στην ίδια πρόταση.
Ο Μωυσής με τη χρήση του «ένα» στο Σιεμά, μιλούσε για τη
μοναδικότητα του Θεού, κάτι που δεν έρχεται σε αντίφαση με την εσωτερική
διαφοροποίηση εντός της θεότητας. Μια κοντινή αλλά όχι απόλυτη αναλογία
που θα τολμούσα, θα ήταν αν έλεγα «το λευκό χρώμα είναι μοναδικό, δεν
υπάρχει άλλο χρώμα σαν το λευκό. Ένα είναι το λευκό». Ταυτόχρονα, όμως,
γνωρίζω ότι το λευκό αποτελείται από τη σύνθεση όλων των χρωμάτων. Η
εσωτερική διαφοροποίηση στη σύστασή του λευκού δεν απειλεί την
αναγνώριση της μοναδικότητας του χρώματος. Δεν υφίσταται αντίφαση.
Ο Ιησούς ερμηνεύει το Σιεμά με τρόπο που κανείς άλλος δεν είχε ερμηνεύσει μέχρι τότε. Μας εξηγεί το Σιεμά
στην πληρότητά του. Μας πήγε στα βάθη της φύσης αυτού του «ένα», μας
οδήγησε στον «κόλπο του Πατρός» (1:18), στην καρδιά αυτής της θεότητας
όπου οι δύο είναι ένα. Όχι δύο ανεξάρτητα πρόσωπα που ενώθηκαν. Η
ενότητά Τους είναι η ίδια Τους η ύπαρξη, η αιώνια ύπαρξη.
Αυτό το αιώνιο «ένα» του Πατέρα και του Υιού (και από άλλα σημεία της
Καινής Διαθήκης βλέπουμε ότι και ο Παράκλητος συμπεριλαμβάνεται στο
«ένα») πορεύεται σ’ ένα ταξίδι με προορισμό τον κόσμο (1:9) και σ’ αυτό
το ταξίδι προσκαλούνται οι ακόλουθοί Του. Αυτοί που βλέπουν τα ενδόμυχα
του αιώνιου «ένα», την αγάπη του Πατέρα και του Υιού, μπορούν να δουν
και το ταξίδι Του και τον προορισμό Του. Σαν ανεμοστρόβιλος αγάπης
έρχεται ν’ αρπάξει και την εκκλησία μέσα στην ίδια ενότητα που
απολαμβάνει Πατέρας και Υιός για να πορευθούν μαζί προς τον κόσμο. Αυτή
είναι η προσευχή και η επιθυμία του Ιησού στο 17:20-23:
«Δεν προσεύχομαι μόνο γι’ αυτούς αλλά και για κείνους που με το
κήρυγμα αυτών θα πιστεύουν σ’ εμένα, 21 ώστε να είναι όλοι ένα, όπως
εσύ, Πατέρα, είσαι ενωμένος μ’ εμένα κι εγώ μ’ εσένα. Να είναι κι αυτοί
ενωμένοι μ’ εμάς, κι έτσι ο κόσμος να πιστέψει ότι μ’ έστειλες εσύ.
22 Εγώ τη δόξα που μου έδωσες την έδωσα σ’ αυτούς, για να είναι ένα
μεταξύ τους, όπως εμείς είμαστε ένα: 23 Εγώ ενωμένος μαζί τους κι εσύ
ενωμένος μαζί μου, ώστε ν’ αποτελούν μια τέλεια ενότητα, κι έτσι ο
κόσμος να καταλαβαίνει ότι μ’ έστειλες εσύ κι ότι αγάπησες κι αυτούς
όπως αγάπησες εμένα.»
Οι συνέπειες της θείας ενότητας για την εκκλησία είναι τρομακτικές. Η
αιώνια σχέση αγάπης και ενότητας διαφορετικών ή διαφοροποιημένων
προσώπων σε «ένα» Θεό είναι αυτό που ήταν, είναι και θα είναι αιώνια.
Δεν υπάρχει άλλο σχέδιο, άλλος προορισμός, άλλη εσχατολογία.
Οποιεσδήποτε κι αν είναι οι προσδοκίες της εκκλησίας, η προσμονή της
δευτέρας παρουσίας, ο ουρανός, η εξάλειψη του πόνου και της θλίψης, η
κορύφωση βρίσκεται εδώ: στη συμμετοχή όλων των πιστών, διαφορετικών
πιστών στην αιώνια τριαδική ζωή της ενότητας. Εάν αυτή η αγάπη που
απορρέει από την αγάπη της ενότητας Πατέρα και Υιού είναι μέσα μας θα το
καταλάβουμε γιατί η αποκλειστικότητα του «ένα» θα ανοίγει για να
συμπεριλάβει κι άλλους όπως η τριαδική αποκλειστική ενότητα άνοιξε
διάπλατα με τον Χριστό που ήρθε να εισάγει πρόσωπα εκτός της
θεότητας μέσα στην ίδια αγάπη που ο Ίδιος απολάμβανε: «ἐγὼ ἐν αὐτοῖς καὶ
σὺ ἐν ἐμοί» (17:23). Το κλείσιμο στον εαυτό μας και στην ομάδα μας, όση
αγάπη κι αν περιλαμβάνει αυτή η ομάδα στο εσωτερικό της, είναι μια
πορεία προς την αντίθετη κατεύθυνση από την κίνηση του Πατέρα και του
Υιού προς τον κόσμο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου