Τα
διάφορα φαινόμενα κοινωνικής επίδρασης αναπτύσσονται είτε σε πλαίσιο
όπου οι πηγές επίδρασης και οι στόχοι είναι ισότιμοι , είτε σε πλαίσιο
όπου η πηγή επίδρασης είναι άμεση. Υπό το πλαίσιο της άμεσης πίεσης της πηγής επίδρασης ο Stanley Milgram δημιούργησε μια σειρά μελετών και τις παρουσίασε στο βιβλίο του «Obedience to Authority» (Milgram, 1974). Το πείραμα του Milgram για την υπακοήΤο πρωτοποριακό και συγχρόνως αμφισβητούμενο πείραμα του Milgram μελέτησε συστηματικά μια πλευρά της υπακοής με αφορμή τις φρικαλεότητες της ναζιστικής εποχής . Για τις ανάγκες του πειράματος ο Milgram δημοσίευσε μια αγγελία σε εφημερίδες ζητώντας την εθελοντική συμμετοχή αμερικανών ανδρών σε μια μελέτη για τη μάθηση και τη μνήμη έναντι μικρής αμοιβής. Στο πείραμα συμμετείχαν κάθε φορά δύο άτομα, τα οποία μετά από εικονική κλήρωση αναλάμβαναν είτε το ρόλο του μαθητή είτε το ρόλο του δασκάλου. Στην πραγματικότητα ο μαθητής ήταν ο συνεργός του ερευνητή και ο δάσκαλος ο πραγματικός συμμετέχων που είχε ως έργο του να υποβάλλει σε ηλεκτροσόκ τον μαθητή, η ένταση του οποίου ήταν αυξανόμενη κάθε φορά που ο μαθητής έκανε λάθος στην απομνημόνευση λέξεων. Στην αρχή της διαδικασίας ο ερευνητής έδενε τον μαθητή σε ένα κάθισμα, ο οποίος του εκμυστηρευόταν ότι έχει πρόβλημα με την καρδιά του πράγμα που άκουγε, υποτίθεται κατά λάθος, ο δάσκαλος και εν συνεχεία αυτός μεταφερότανε σε μια διπλανή αίθουσα όπου είχε τοποθετηθεί η γεννήτρια του ηλεκτροσόκ Μετά από ένα δοκιμαστικό ηλεκτροσόκ στον ίδιο το δάσκαλο, έντασης 45V, ξεκινούσε το πείραμα και η διαδικασία συνεχιζόταν μέχρι ο δάσκαλος να αρνηθεί τη χορήγηση μεγαλύτερης έντασης ηλεκτροσόκ, οπότε και το πείραμα τελείωνε και σημειώνονταν το επίπεδο έντασης . Στην πραγματικότητα όμως, η συσκευή δεν παρείχε ηλεκτρικά σοκ και οι αντιδράσεις του μαθητή στα ηλεκτροσόκ ήταν προκαθορισμένες (Κοκκινάκη, 2006: 160-163). Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι με τη διαταγή του ερευνητή όλοι οι συμμετέχοντες έφτασαν τα 300 V και το 65% μέχρι το δυνατότερο σοκ που υπήρχε στη γεννήτρια, αποτέλεσμα πολύ διαφορετικό από τις προβλέψεις . Χαρακτηριστικές συμπεριφορές των συμμετεχόντων ήταν η μεγάλη ένταση όταν έκαναν τα πιο δυνατά σοκ με εμφάνιση ιδρώτα, αναστεναγμούς, νευρικό γέλιο και χαμόγελο (Milgram,1963: 371-378). Τα αποτελέσματα που εξήγαγε ο Milgram δημιούργησαν αναστάτωση στο χώρο της Κοινωνικής Ψυχολογίας και προς διασαφήνισης των αποριών που προκλήθηκαν επανέλαβε το αρχικό του πείραμα με παραλλαγές ως προς τις μεταβλητές που επηρεάζουν την υπακοή στην εξουσία (Milgram, 1965:57-65). Οι επαναλήψεις του πειράματος στους διάφορους πολιτισμούςΤο πείραμα του Milgram επαναλήφθηκε από πολλούς επιστήμονες σε διάφορες χώρες . Σε ένα δείγμα οχτώ χωρών παρατηρήθηκε ότι σε Αυστραλία και Βρετανία το % υπακοής είναι συγκριτικά χαμηλότερο ενώ σε Ολλανδία, Ισπανία, Γερμανία, Ιταλία και Αυστρία συγκριτικά μεγαλύτερο και μεταξύ των δύο κατηγοριών βρίσκεται το % υπακοής για Η.Π.Α. και Ιορδανία. (Smith & Bond, 2005: 52-56). ΣυμπεράσματαΑπό τα παραπάνω προκύπτουν διαφορές που έγκειται στο δείγμα, στον τρόπο που σκηνοθετήθηκε το πείραμα αλλά και τις μεταβλητές που ελέγχησαν, γεγονός που καθιστά τη σύγκριση των αποτελεσμάτων ακανθώδη. Επιπλέον, όλες οι χώρες πλην της Ιορδανίας είναι προηγμένες βιομηχανικά και απαντούν στο «δυτικό» τύπο περιβάλλοντος και αυτό οδηγεί σε μια επιφυλακτική στάση για μια οικουμενική διάσταση των συμπερασμάτων σχετικά με το ρόλο του πολιτισμικού πλαισίου στην υπακοή. Η μεταφορά των πειραμάτων στα διάφορα πολιτισμικά πλαίσια και η έγκυρη εξαγωγή συμπερασμάτων προσκρούει αφενός μεν, στη γλώσσα και τις ιδιομορφίες αυτής καθώς και στη νοηματοδότηση των εννοιών και αφετέρου, στην πολιτισμική διαφορά ανάμεσα στους συμμετέχοντες, ερευνητή και συνεργούς του, δεδομένου ότι το κοινωνικό πλαίσιο το οποίο καθορίζει το νόημα των εντολών που δίνονται, διαμορφώνεται από τα ήθη και έθιμα του πολιτισμού, τις παραδόσεις, τα επιβαλλόμενα κοινωνικά πρότυπα αλλά και τις στερεοτυπικές αντιλήψεις και ως εκ τούτου, η σημασία που δίνεται στις αλλαγές αυτού τριχοτομείται μεταξύ των χωρών. Έτσι, σε Η.Π.Α. κυριαρχεί η ορθολογική-μεθοδολογική θεώρηση, σε Ευρώπη η κοινωνική-αξιακή ενώ στην Ανατολή η παραδοσιακή-ιεραρχική αντίληψη. Συνεπώς, το φαινόμενο της υπακοής διαφοροποιείται ανάλογα με τον προσανατολισμό της χώρας, όπου ο ρόλος του ατομικού-συλλογικού, οι κοινωνικές δομές, οι αξιακές επιλογές και η ιεραρχική δομή αντίστοιχα είναι εδραιωμένα στις επικρατούσες πολιτισμικές διαφορές και ως εκ τούτου, η κατανόηση του φαινομένου της υπακοής και των αιτιών που την προκαλούν οφείλει να περιστρέφεται πρωτίστως και κυρίως γύρω από το πολιτισμικό πλαίσιο. Υπό το πρίσμα αυτό, οι συνθήκες του πειράματος θα πρέπει να εξισωθούν στο πολιτισμικό υπόβαθρο. Συγγραφή άρθρου «Το πείραμα του Milgram για την υπακοή και οι επαναλήψεις του στους διάφορους πολιτισμούς» Χατζίδου Στεργιανή , Βελέντζα Βασιλεία ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΩΝ Η πίεση που ασκείται από την πηγή επίδρασης είναι έμμεση και χωρίς σκοπιμότητα ελέγχου των στόχων. (Anermaet, ,2001:585). Χαρακτηριστικό π.χ. αποτελεί το πείραμα του Asch (1951). Γεννήθηκε και πέθανε στη Νέα Υόρκη (1933-1984). Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες και ήταν κάτοχος διδακτορικού διπλώματος (Ph.D.) στην Κοινωνική Ψυχολογία. Το σημαντικότερο έργο του εκπόνησε , με πειραματικές μελέτες, στο Πανεπιστήμιο του Yale. (Raver, 2010). Το πείραμα στην Ψυχολογία αποτελεί ένα εργαλείο έρευνας και στο οποίο βασίστηκαν οι περισσότερες θεωρίες της Κοινωνικής Ψυχολογίας. Κύριο μέλημα της «πειραματικής Κοινωνικής Ψυχολογίας», σύμφωνα με τον Grizer (1975), είναι ο έλεγχος των μεταβλητών, η πρόβλεψη των γεγονότων και ο αυστηρός χειρισμός της απόδειξης(Μαντόγλου & Προδρομίτης, 2001:495-497). Βασικό πλεονέκτημα της πειραματικής μεθόδου είναι η ακρίβεια των αποτελεσμάτων ενώ το μειονέκτημά της είναι ο περιορισμός του ερευνητή ως προς τις μεταβλητές (Γεώργας, 1995: 33). Η Κοινωνική ψυχολογία διακρίνει τη συμμόρφωση από την υπακοή. Η συμμόρφωση αφορά τη διαμόρφωση της συμπεριφοράς του ατόμου προς κάποιο πρότυπο συμπεριφοράς ενώ η υπακοή αφορά τη διαμόρφωση της συμπεριφοράς του ατόμου κάτω από πίεση. (Γεώργας, 1999: 47-67). Αντίστοιχα πχ αποτελούν το πείραμα του Sherif (1935) και τo πείραμα του Milgram (1963). Κατά τη διάρκεια του Β? Παγκοσμίου Πολέμου ο Γερμανός Αξιωματικός των Ναζί, Adolfh Eichmann, θεωρήθηκε υπεύθυνος για την εξόντωση εκατομμυρίων ατόμων μέσα σε θαλάμους αερίων και στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Τα αποτρόπαια αυτά εγκλήματα πραγματοποιήθηκαν λόγω υπακοής και εκτέλεσης εντολών και όπως υπογραμμίζει και ο Snow η αναδρομή της ιστορίας αποτελεί απόδειξη αυτής της διαπίστωσης.(Γεώργας, 1999:61). Υπό το πλαίσιο αυτό ο Milgram δημιούργησε ένα τυχαίο δείγμα από σαράντα (40) συμμετέχοντες, η ηλικία των οποίων κυμαινότανε από είκοσι έως πενήντα ετών και αντιπροσώπευαν σχεδόν όλα τα επαγγελματικά επίπεδα. (Σχ. 2). Η αντίδραση του μαθητή στην ένταση του ηλεκτροσόκ κυμαίνονταν από βογγητά έως και την σιωπή. (Σχ.6 α). Όταν ο δάσκαλος δίσταζε να συνεχίσει ο ερευνητής ασκούσε πίεση δίνοντας τέσσερα ερεθίσματα με στερεότυπο τρόπο.(Σχ.6β). Αυτό που κυρίως αναζητούσε ο Milgram ήταν σε ποια ένταση του ηλεκτροσόκ θα έπαυε να υπακούει ο δάσκαλος στις πιέσεις του ερευνητή. Ερώτημα που έθεσε τόσο σε τεταρτοετείς φοιτητές του πανεπιστημίου όσο και σε συναδέλφους του, οι οποίοι προέβλεψαν ότι μέχρι το τέλος του πειράματος θα έφταναν πολύ λίγοι. (Σχ.8) Οι λόγοι ήταν επειδή α) το κάθε άτομο μπορεί να προξενήσει βλάβη σε κάποιο άλλο υπό την πίεση ενός καθεστωτικού ανωτέρου του, β) η εικόνα του «λογικού» ατόμου υπέστη κλονισμό και γ) πολλά άτομα τοποθετώντας τον εαυτό τους σε παρόμοιες συνθήκες ανησύχησαν για το ποια θα ήταν η συμπεριφορά τους. (Γεώργας, 1999: 66) Καθοριστικοί παράγοντες των περιστάσεων στην υπακοή είναι η επίδραση της εγγύτητας, η προσωπικότητα του ερευνητή και μαθητή, το περιβάλλον οπού διεξάγεται το πείραμα και η ανταλλαγή ρόλων (Χαρίτου-Φατούρου, 1979:359-374). Ο Mantel (1971) διαπίστωσε ότι το % υπακοής των Γερμανών στο αρχικό πείραμα του Milgram ήταν 85% ενώ σε μια παραλλαγή του όπου ο ίδιος ο δάσκαλος θα αποφάσιζε για την συνέχιση ή όχι του πειράματος το % υπακοής έπεσε στο 7%. Ο Tilker (1970) διαπίστωσε για τις ΗΠΑ παρόμοια αποτελέσματα. Οι Kilham & Mann (1974) διαπίστωσαν στην Αυστραλία το χαμηλότερο, 28% , ενώ οι Meeus & Raaijmakers (1986) στην Ολλανδία το υψηλότερο, 92%. Σε μια σχετικά πρόσφατη διαχρονική μελέτη ο Blass (1991) παρατήρησε ότι δεν υφίσταται μεταβολή της υπακοής σε σχέση με το χρόνο. ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΜΑΡΙΟΝΕΤΕΣ ΚΙΝΟΥΜΕΝΟΙ ΑΠΟ ΤΑ ΝΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΑΛΛΑ ΔΙΑΘΕΤΟΥΜΕ ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΚΑΙ ΕΠΙΓΝΩΣΗ…. ΚΑΙ ΠΙΘΑΝΟΝ Η ΕΠΙΓΝΩΣΗ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΒΗΜΑ ΜΑΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» ΕισαγωγήΤα διάφορα φαινόμενα κοινωνικής επίδρασης αναπτύσσονται είτε σε πλαίσιο όπου οι πηγές επίδρασης και οι στόχοι είναι ισότιμοι , είτε σε πλαίσιο όπου η πηγή επίδρασης είναι άμεση. Υπό το πλαίσιο της άμεσης πίεσης της πηγής επίδρασης ο Stanley Milgram δημιούργησε μια σειρά μελετών και τις παρουσίασε στο βιβλίο του «Obedience to Authority» (Milgram, 1974). Το πείραμα του Milgram για την υπακοήΤο πρωτοποριακό και συγχρόνως αμφισβητούμενο πείραμα του Milgram μελέτησε συστηματικά μια πλευρά της υπακοής με αφορμή τις φρικαλεότητες της ναζιστικής εποχής . Για τις ανάγκες του πειράματος ο Milgram δημοσίευσε μια αγγελία σε εφημερίδες ζητώντας την εθελοντική συμμετοχή αμερικανών ανδρών σε μια μελέτη για τη μάθηση και τη μνήμη έναντι μικρής αμοιβής. Στο πείραμα συμμετείχαν κάθε φορά δύο άτομα, τα οποία μετά από εικονική κλήρωση αναλάμβαναν είτε το ρόλο του μαθητή είτε το ρόλο του δασκάλου. Στην πραγματικότητα ο μαθητής ήταν ο συνεργός του ερευνητή και ο δάσκαλος ο πραγματικός συμμετέχων που είχε ως έργο του να υποβάλλει σε ηλεκτροσόκ τον μαθητή, η ένταση του οποίου ήταν αυξανόμενη κάθε φορά που ο μαθητής έκανε λάθος στην απομνημόνευση λέξεων. Στην αρχή της διαδικασίας ο ερευνητής έδενε τον μαθητή σε ένα κάθισμα, ο οποίος του εκμυστηρευόταν ότι έχει πρόβλημα με την καρδιά του πράγμα που άκουγε, υποτίθεται κατά λάθος, ο δάσκαλος και εν συνεχεία αυτός μεταφερότανε σε μια διπλανή αίθουσα όπου είχε τοποθετηθεί η γεννήτρια του ηλεκτροσόκ Μετά από ένα δοκιμαστικό ηλεκτροσόκ στον ίδιο το δάσκαλο, έντασης 45V, ξεκινούσε το πείραμα και η διαδικασία συνεχιζόταν μέχρι ο δάσκαλος να αρνηθεί τη χορήγηση μεγαλύτερης έντασης ηλεκτροσόκ, οπότε και το πείραμα τελείωνε και σημειώνονταν το επίπεδο έντασης . Στην πραγματικότητα όμως, η συσκευή δεν παρείχε ηλεκτρικά σοκ και οι αντιδράσεις του μαθητή στα ηλεκτροσόκ ήταν προκαθορισμένες (Κοκκινάκη, 2006: 160-163). Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι με τη διαταγή του ερευνητή όλοι οι συμμετέχοντες έφτασαν τα 300 V και το 65% μέχρι το δυνατότερο σοκ που υπήρχε στη γεννήτρια, αποτέλεσμα πολύ διαφορετικό από τις προβλέψεις . Χαρακτηριστικές συμπεριφορές των συμμετεχόντων ήταν η μεγάλη ένταση όταν έκαναν τα πιο δυνατά σοκ με εμφάνιση ιδρώτα, αναστεναγμούς, νευρικό γέλιο και χαμόγελο (Milgram,1963: 371-378). Τα αποτελέσματα που εξήγαγε ο Milgram δημιούργησαν αναστάτωση στο χώρο της Κοινωνικής Ψυχολογίας και προς διασαφήνισης των αποριών που προκλήθηκαν επανέλαβε το αρχικό του πείραμα με παραλλαγές ως προς τις μεταβλητές που επηρεάζουν την υπακοή στην εξουσία (Milgram, 1965:57-65). Οι επαναλήψεις του πειράματος στους διάφορους πολιτισμούςΤο πείραμα του Milgram επαναλήφθηκε από πολλούς επιστήμονες σε διάφορες χώρες . Σε ένα δείγμα οχτώ χωρών παρατηρήθηκε ότι σε Αυστραλία και Βρετανία το % υπακοής είναι συγκριτικά χαμηλότερο ενώ σε Ολλανδία, Ισπανία, Γερμανία, Ιταλία και Αυστρία συγκριτικά μεγαλύτερο και μεταξύ των δύο κατηγοριών βρίσκεται το % υπακοής για Η.Π.Α. και Ιορδανία. (Smith & Bond, 2005: 52-56). ΣυμπεράσματαΑπό τα παραπάνω προκύπτουν διαφορές που έγκειται στο δείγμα, στον τρόπο που σκηνοθετήθηκε το πείραμα αλλά και τις μεταβλητές που ελέγχησαν, γεγονός που καθιστά τη σύγκριση των αποτελεσμάτων ακανθώδη. Επιπλέον, όλες οι χώρες πλην της Ιορδανίας είναι προηγμένες βιομηχανικά και απαντούν στο «δυτικό» τύπο περιβάλλοντος και αυτό οδηγεί σε μια επιφυλακτική στάση για μια οικουμενική διάσταση των συμπερασμάτων σχετικά με το ρόλο του πολιτισμικού πλαισίου στην υπακοή. Η μεταφορά των πειραμάτων στα διάφορα πολιτισμικά πλαίσια και η έγκυρη εξαγωγή συμπερασμάτων προσκρούει αφενός μεν, στη γλώσσα και τις ιδιομορφίες αυτής καθώς και στη νοηματοδότηση των εννοιών και αφετέρου, στην πολιτισμική διαφορά ανάμεσα στους συμμετέχοντες, ερευνητή και συνεργούς του, δεδομένου ότι το κοινωνικό πλαίσιο το οποίο καθορίζει το νόημα των εντολών που δίνονται, διαμορφώνεται από τα ήθη και έθιμα του πολιτισμού, τις παραδόσεις, τα επιβαλλόμενα κοινωνικά πρότυπα αλλά και τις στερεοτυπικές αντιλήψεις και ως εκ τούτου, η σημασία που δίνεται στις αλλαγές αυτού τριχοτομείται μεταξύ των χωρών. Έτσι, σε Η.Π.Α. κυριαρχεί η ορθολογική-μεθοδολογική θεώρηση, σε Ευρώπη η κοινωνική-αξιακή ενώ στην Ανατολή η παραδοσιακή-ιεραρχική αντίληψη. Συνεπώς, το φαινόμενο της υπακοής διαφοροποιείται ανάλογα με τον προσανατολισμό της χώρας, όπου ο ρόλος του ατομικού-συλλογικού, οι κοινωνικές δομές, οι αξιακές επιλογές και η ιεραρχική δομή αντίστοιχα είναι εδραιωμένα στις επικρατούσες πολιτισμικές διαφορές και ως εκ τούτου, η κατανόηση του φαινομένου της υπακοής και των αιτιών που την προκαλούν οφείλει να περιστρέφεται πρωτίστως και κυρίως γύρω από το πολιτισμικό πλαίσιο. Υπό το πρίσμα αυτό, οι συνθήκες του πειράματος θα πρέπει να εξισωθούν στο πολιτισμικό υπόβαθρο. Συγγραφή άρθρου «Το πείραμα του Milgram για την υπακοή και οι επαναλήψεις του στους διάφορους πολιτισμούς» Χατζίδου Στεργιανή , Βελέντζα Βασιλεία ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΩΝ Η πίεση που ασκείται από την πηγή επίδρασης είναι έμμεση και χωρίς σκοπιμότητα ελέγχου των στόχων. (Anermaet, ,2001:585). Χαρακτηριστικό π.χ. αποτελεί το πείραμα του Asch (1951). Γεννήθηκε και πέθανε στη Νέα Υόρκη (1933-1984). Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες και ήταν κάτοχος διδακτορικού διπλώματος (Ph.D.) στην Κοινωνική Ψυχολογία. Το σημαντικότερο έργο του εκπόνησε , με πειραματικές μελέτες, στο Πανεπιστήμιο του Yale. (Raver, 2010). Το πείραμα στην Ψυχολογία αποτελεί ένα εργαλείο έρευνας και στο οποίο βασίστηκαν οι περισσότερες θεωρίες της Κοινωνικής Ψυχολογίας. Κύριο μέλημα της «πειραματικής Κοινωνικής Ψυχολογίας», σύμφωνα με τον Grizer (1975), είναι ο έλεγχος των μεταβλητών, η πρόβλεψη των γεγονότων και ο αυστηρός χειρισμός της απόδειξης(Μαντόγλου & Προδρομίτης, 2001:495-497). Βασικό πλεονέκτημα της πειραματικής μεθόδου είναι η ακρίβεια των αποτελεσμάτων ενώ το μειονέκτημά της είναι ο περιορισμός του ερευνητή ως προς τις μεταβλητές (Γεώργας, 1995: 33). Η Κοινωνική ψυχολογία διακρίνει τη συμμόρφωση από την υπακοή. Η συμμόρφωση αφορά τη διαμόρφωση της συμπεριφοράς του ατόμου προς κάποιο πρότυπο συμπεριφοράς ενώ η υπακοή αφορά τη διαμόρφωση της συμπεριφοράς του ατόμου κάτω από πίεση. (Γεώργας, 1999: 47-67). Αντίστοιχα πχ αποτελούν το πείραμα του Sherif (1935) και τo πείραμα του Milgram (1963). Κατά τη διάρκεια του Β? Παγκοσμίου Πολέμου ο Γερμανός Αξιωματικός των Ναζί, Adolfh Eichmann, θεωρήθηκε υπεύθυνος για την εξόντωση εκατομμυρίων ατόμων μέσα σε θαλάμους αερίων και στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Τα αποτρόπαια αυτά εγκλήματα πραγματοποιήθηκαν λόγω υπακοής και εκτέλεσης εντολών και όπως υπογραμμίζει και ο Snow η αναδρομή της ιστορίας αποτελεί απόδειξη αυτής της διαπίστωσης.(Γεώργας, 1999:61). Υπό το πλαίσιο αυτό ο Milgram δημιούργησε ένα τυχαίο δείγμα από σαράντα (40) συμμετέχοντες, η ηλικία των οποίων κυμαινότανε από είκοσι έως πενήντα ετών και αντιπροσώπευαν σχεδόν όλα τα επαγγελματικά επίπεδα. (Σχ. 2). Η αντίδραση του μαθητή στην ένταση του ηλεκτροσόκ κυμαίνονταν από βογγητά έως και την σιωπή. (Σχ.6 α). Όταν ο δάσκαλος δίσταζε να συνεχίσει ο ερευνητής ασκούσε πίεση δίνοντας τέσσερα ερεθίσματα με στερεότυπο τρόπο.(Σχ.6β). Αυτό που κυρίως αναζητούσε ο Milgram ήταν σε ποια ένταση του ηλεκτροσόκ θα έπαυε να υπακούει ο δάσκαλος στις πιέσεις του ερευνητή. Ερώτημα που έθεσε τόσο σε τεταρτοετείς φοιτητές του πανεπιστημίου όσο και σε συναδέλφους του, οι οποίοι προέβλεψαν ότι μέχρι το τέλος του πειράματος θα έφταναν πολύ λίγοι. (Σχ.8) Οι λόγοι ήταν επειδή α) το κάθε άτομο μπορεί να προξενήσει βλάβη σε κάποιο άλλο υπό την πίεση ενός καθεστωτικού ανωτέρου του, β) η εικόνα του «λογικού» ατόμου υπέστη κλονισμό και γ) πολλά άτομα τοποθετώντας τον εαυτό τους σε παρόμοιες συνθήκες ανησύχησαν για το ποια θα ήταν η συμπεριφορά τους. (Γεώργας, 1999: 66) Καθοριστικοί παράγοντες των περιστάσεων στην υπακοή είναι η επίδραση της εγγύτητας, η προσωπικότητα του ερευνητή και μαθητή, το περιβάλλον οπού διεξάγεται το πείραμα και η ανταλλαγή ρόλων (Χαρίτου-Φατούρου, 1979:359-374). Ο Mantel (1971) διαπίστωσε ότι το % υπακοής των Γερμανών στο αρχικό πείραμα του Milgram ήταν 85% ενώ σε μια παραλλαγή του όπου ο ίδιος ο δάσκαλος θα αποφάσιζε για την συνέχιση ή όχι του πειράματος το % υπακοής έπεσε στο 7%. Ο Tilker (1970) διαπίστωσε για τις ΗΠΑ παρόμοια αποτελέσματα. Οι Kilham & Mann (1974) διαπίστωσαν στην Αυστραλία το χαμηλότερο, 28% , ενώ οι Meeus & Raaijmakers (1986) στην Ολλανδία το υψηλότερο, 92%. Σε μια σχετικά πρόσφατη διαχρονική μελέτη ο Blass (1991) παρατήρησε ότι δεν υφίσταται μεταβολή της υπακοής σε σχέση με το χρόνο. Βιβλιογραφία Avermaet, E. (2001). Κοινωνική επίδραση σε μικρές ομάδες. Στο: Hewstone, M. & Stroebe, W. ( Επιμ. Γαλάνης, Γιώργος), Εισαγωγή στην Κοινωνική Ψυχολογία. (σσ. 585). Aθήνα: Παπαζήση. Blass, T. ( 1991). Understanding behaviour in the Milgram obedience experiment: The role of personality, situation and their interactions. Journal of Personality and Social Psychology, 60, 398-413. Γεώργας, Δ. (1995). Κοινωνική Ψυχολογία: στάσεις-αντίληψη του προσώπου-στερεότυπα επιθετικότητα-δυαδικές σχέσεις επικοινωνίας. Τόμος Α?. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Γεώργας, Δ. (1999). Κοινωνική Ψυχολογία: Δυναμική της ομάδας-συμμόρφωση συνεργασία και ανταγωνισμός-ηγετικός ρόλος-ψυχολογία του περιβάλλοντος. Τόμος Β?(Πέμπτη έκδοση). Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Kilham, W. & Mann, L ( 1974). Level of destructive obedience as a fuction of transitter and executants roles in the Milgram obedience paradigm. Journal of personality and Social Psychology, 29,696-702. Κοκκινάκη, Φ. (2006). Κοινωνική Ψυχολογία: Εισαγωγή στη μελέτη της κοινωνικής συμπεριφοράς. Αθήνα: Τυπωθήτω. Mantell, D. (1971). The potential for violence in Germany. Journal of Social Issues, 27, 101- 112. Μαντόγλου, Α. & Προδρομίτης, Γ. (2001). Το πείραμα στην Κοινωνική Ψυχολογία. Στο: Παπαστάμου, Σ., Εισαγωγή στην Κοινωνική Ψυχολογία: Επιστημολογικοί προβληματισμοί και μεθοδολογικές κατευθύνσεις. Τόμος Α?. (σσ.495-477).Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Meeus, W.H. J. & Raaijmakers, Q.A.W. ( 1986). Administrative obedience: Carrying out orders to use psychological-administrative violence. European Journal of Social Psychology, 16, 311-324. Milgram, S. (1963). Behavioral study of odedience. Journal of abnormal and social Psychology, 67, 371-378. Χαρίτου-Φατούρου, Μ. (1979). Εξαναγκασμός υποταγής στην εξουσία: Προβλήματα πειραματισμού και πραγματικότητας. Επιστημονική Επετηρίδα της Ανωτάτης Βιομηχανικής Σχολής Θεσσαλονίκης, 6, 359-374. Αναδημοσίευση από: http://e-psychology.gr/diafora-themata-psychologias/730-milgram-experiment |
e- θρησκευτικά. Για μικρούς και για μεγάλους, μαθητές και μη, ανοιχτό σε όλους. Σε μια προσπάθεια το μάθημα να γίνει πιο σύγχρονο και ελκυστικό στην τάξη δημιουργήθηκε αυτό το blog. Απευθύνεται σε μαθητές, εκπαιδευτικούς, γονείς, συναδέλφους και φίλους. Το blog περιέχει θέματα και υλικό που μπορούν να χρησιμοποιηθούν κατά τη διάρκεια του μαθήματος καθώς και επίκαιρα θέματα.
Τετάρτη 9 Οκτωβρίου 2013
Το πείραμα του Milgram για την υπακοή
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου